Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

.

.
Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.
Μέσα απ΄αυτές τις σελίδες που ακoλουθούν θέλω να μάθει όλος ο κόσμος για Τους Αγίους, τις Εκκλησιές και τα Μοναστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.

Μπορείτε να μου στείλετε την Ιστορία του Ναού σας ή του Μοναστηρίου σας όπως και κάποιου τοπικού Αγίου/ας της περιοχής σας nikolaos921@yahoo.gr

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης
κάνετε κλικ στην φωτογραφία

Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

Το Σάββατο του Λαζάρου


Εις την Λειτουργίαν
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Εκ του κατά Ιωάννην (ια' 1-45).


Τω καιρώ εκείνω ην τις ασθενών Λάζαρος από Βηθανίας, εκ της κώμης Μαρίας και Μάρθας της αδελφής αυτης. Ην δε Μαρία η αλείψασα τον Κύριον μύρω και εκμάξασα τους πόδας αυτου ταις θριξίν αυτής, ης ο αδελφός Λάζαρος ησθένει. Απέστειλαν ουν αι αδελφαί προς αυτόν, λέγουσαι• Κύριε, ίδε ον φιλεις ασθενεί. Ακούσας δε ο Ιησούς είπεν• αύτη η ασθένεια ουκ έστι προς θάνατον, αλλ' υπέρ της δόξης του Θεού, ίνα δοξασθή ο υιός του Θεου δι' αυτής. Ηγάπα δε ο Ιησούς την Μάρθαν και την αδελφήν αυτής και τον Λάζαρον. Ως ουν ήκουσεν ότι ασθενεί, τότε μεν έμεινεν εν ω ην τόπω δύο ημέρας• επειτα μετά τούτο λέγε τοις μαθηταίς• άγωμεν εις την Ιουδαίαν πάλιν. Λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί• ραββί, νυν εζήτουν σε λιθάσαι οι Ιουδαίοι, και πάλιν υπάγεις εκεί; Απεκρίθη Ιησούς•Ουχί δώδεκα εισίν ώραι της ημέρας; Εάν τις περιπατεί εν τη ημέρα, ου προσκόπτει ότι το φως του κόσμου τούτου βλέπει• εάν δε τις περιπατή εν τη νυκτί, προσκόπτει, ότι το φως ουκ έστιν εν αυτώ. Ταύτα είπε, και μετά τούτο λέγει αυτοίς• Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται• αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνίσω αυτόν. Είπον ουν οι μαθηταί αυτού• Κύριε, ει κεκοίμηται, σωθήσεται. Ειρήκει δε ο Ιησούς περί του θανάτου αυτού. Εκείνοι δε έδοξαν ότι περί της κοιμήσεως του ύπνου λέγει. Τότε ουν είπεν αυτοίς ο Ιησούς παρρησία• Λάζαρος απέθανε, και χαίρω δι' υμάς, ίνα πιστεύσητε, ότι ούκ ήμην εκεί• αλλ' άγωμεν προς αυτόν. Είπεν ουν Θωμάς ο λεγόμενος Δίδυμος τοις συμμαθηταίς• άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ' αυτού.
Ελθών ουν ο Ιησούς εύρεν αυτόν τέσσαρας ημέρας ήδη έχοντα εν τω μνημείω. Ην δε η Βηθανία εγγύς των Ιεροσολύμων ως από σταδίων δεκαπέντε, και πολλοί εκ των Ιουδαίων εληλύθεισαν προς τας περί Μάρθαν και Μαρίαν ίνα παραμυθήσωνται αυτάς περί του αδελφού αυτών. Η ουν Μάρθα ως ήκουσεν ότι ο Ιησούς έρχεται, υπήντησεν αυτώ• Μαρία δε εν τω οίκω εκαθέζετο. Είπεν ουν η Μάρθα προς τον Ιησούν• Κύριε, ει ης ώδε, ο αδελφός μου ουκ αν ετεθνήκει. Αλλά και νύν οίδα ότι όσα αν αιτήση τον Θεόν, δώσει σοι ο Θεός. Λέγει αυτή ο Ιησούς• αναστήσεται ο αδελφός σου. Λέγει αυτώ Μάρθα• οίδα ότι αναστήσεται εν τη αναστάσει εν τη εσχάτη ημέρα. Είπεν αυτή ο Ιησούς• εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνει ζήσεται• και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα. Πιστεύεις τούτο; Λέγει αυτώ• ναι Κύριε, εγώ πεπίστευκα ότι συ ο Χριστός ο υιός του Θεού ο εις τον κόσμον ερχόμενος. Και ταύτα ειπούσα απήλθε και εφώνησε Μαρίαν την αδελφήν αυτής λάθρα ειπούσα• ο διδάσκαλος πάρεστι και φωνεί σε. Εκείνη ως ήκουσεν, εγείρεται ταχύ και έρχεται προς αυτόν. Ούπω δε εληλύθει ο Ιησούς εις την κώμην, αλλ' ην εν τω τόπω όπου υπήντησεν αυτώ η Μάρθα. Οι ουν Ιουδαίοι οι όντες μετ' αυτής εν τη οικία και παραμυθούμενοι αυτήν, ιδόντες την Μαρίαν ότι ταχέως ανέστη και εξήλθεν, ηκολούθησαν αυτή, λέγοντες ότι υπάγει εις το μνημείον ίνα κλαύση εκεί. Η ουν Μαρία ως ήλθεν όπου ην ο Ιησούς, ιδούσα αυτόν έπεσεν αυτού εις τους πόδας λέγουσα αυτώ• Κύριε, ει ης ώδε, ουκ αν απέθανέ μου ο αδελφός. Ιησούς ουν ως είδεν αυτήν κλαίουσαν και τους συνελθόντας αυτή Ιουδαίους κλαίοντας, ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν, και είπε• πού τεθείκατε αυτόν; Λέγουσι αυτώ• Κύριε, έρχου και ίδε. Εδάκρυσεν ο Ιησούς. Έλεγον ουν οι Ιουδαίοι• ίδε πώς εφίλει αυτόν• τινές δε εξ αυτών είπον• ουκ ηδύνατο αυτός, ο ανοίξας τους οφθαλμούς του τυφλού, ποιήσαι ίνα και ούτος μη αποθάνη; Ιησούς ουν, πάλιν εμβριμώμενος εν εαυτώ, έρχεται εις το μνημείον• ην δε σπήλαιον, και λίθος επέκειτο επ' αυτώ. Λέγει ο Ιησούς• άρατε τον λίθον. Λέγει αυτώ η αδελφή του τεθνηκότος Μάρθα• Κύριε, ήδη όζει• τεταρταίος γαρ εστί. Λέγει αυτή ο Ιησούς• ουκ είπον σοι ότι εάν πιστεύσης, όψει την δόξαν του Θεού; Ήραν ουν τον λίθον ου ην ο τεθνηκώς κείμενος. Ο δε Ιησούς ήρε τους οφθαλμούς άνω και είπε• πάτερ, ευχαριστώ σοι ότι ήκουσάς μου. Εγώ δε ήδειν ότι πάντοτε μου ακούεις• αλλά δια τον όχλον τον περιεστώτα είπον, ίνα πιστεύσωσιν ότι συ με απέστειλας. Και ταύτα ειπών φωνή μεγάλη εκραύγασε• Λάζαρε, δεύρο έξω. Και εξήλθεν ο τεθνηκώς δεδεμένος τούς πόδας και τας χείρας κειρίαις, και η όψις αυτού σουδαρίω περιεδέδετο. Λέγει αυτοίς ο Ιησούς• λύσατε αυτόν και άφετε υπάγειν.
Πολλοί ουν εκ των Ιουδαίων, οι ελθόντες προς την Μαρίαν και θεασάμενοι α εποίησεν ο Ιησούς, επίστευσαν εις αυτόν.